Καρλσρούη
Αντιβαίνουν
οι αρχές του γερμανικού Εθνικοδημοκρατικού Κόμματος, του NPD, στο
Σύνταγμα της χώρας; Το Βερολίνο προσπαθεί για δεύτερη φορά να το
αποδείξει στο Συνταγματικό Δικαστήριο, ζητώντας την απαγόρευση του
κόμματος που αντιμετωπίζεται ως ιδεολογικός διάδοχος του Χίτλερ από
όλους εκτός από τα στελέχη του (τουλάχιστον στις δημόσιες δηλώσεις
τους). Η πρώτη φορά απέτυχε, αλλά τώρα οι ενάγοντες -μόνες τους οι
κρατιδιακές κυβερνήσεις- ελπίζουν πως έχουν αποκλείσει τις ελλείψεις της
πρώτης προσφυγής και θα τα καταφέρουν. Οι εκτιμήσεις των
συνταγματολόγων όμως διίστανται.
Η Γερμανία έχει ένα από τα σκληρότερα νομοθετικά πλαίσια που ποινικοποιεί τη χρήση ναζιστικών συμβόλων και, για ευνόητους λόγους, η εξύμνηση των ναζί αντιμετωπίζει με τεράστια αυστηρότητα στο δημόσιο λόγο και, όπου υπάρχει το νομοθετικό πλαίσιο, επιδιώκεται και η εφαρμογή του.
Το NPD όμως δεν χρησιμοποιεί καταφανώς ναζιστικά σύμβολα ούτε και -ανοικτά- υπερασπίζεται τον Χίτλερ. Για τους επικριτές του, τα σύμβολα που χρησιμοποιεί σκόπιμα «παραπέμπουν» στο Τρίτο Ράιχ και η φρασεολογία των συνθημάτων του θεωρείται συγκεκαλυμμένη αναφορά στη ναζιστική προπαγάνδα.
Όσον αφορά το κεντρικότερο, τις ίδιες οι ιδέες που πρεσβεύει, ο όρος «εθνικιστική ακροδεξιά» είναι το πιο ουδέτερο που μπορεί να ειπωθεί (ο χαρακτηρισμός θεωρείται τόσο ήπιος για το NPD που η χρήση του δεν προκαλεί καν αντιδράσεις από τα στελέχη του).
Το γερμανικό κράτος, με επικεφαλής την γερμανική κυβέρνηση, είχε προσφύγει παλιότερα ξανά στο Συνταγματικό Δικαστήριο της Καρλσρούης αλλά η απόφαση του 2003 είχε καταλήξει σε αποτυχία. Το Δικαστήριο έκρινε ότι τα στοιχεία που παρουσιάστηκαν υπέρ της απαγόρευσής του προέρχονταν σε μεγάλο βαθμό από κρατικούς αξιωματούχους που είχαν «παρεισφρύσει» στο κόμμα και έτσι είχε φαλκιδευτεί η αξιοπιστία τους.
Αυτήν την φορά, οι ενάγοντες -οι κρατιδιακές κυβερνήσεις, μέσω της Άνω Βουλής (Μπούντεσρατ) όπου αντιπροσωπεύονται- ελπίζουν ότι τα λάθη αυτά έχουν διορθωθεί και η προσφυγή θα καταλήξει επιτυχώς. Η γερμανική κυβέρνηση έχει αποφύγει να πάρει μέρος στην προσφυγή, φοβούμενη νέο ναυάγιο, αλλά έχει εκφράσει ανοικτά την υποστήριξή της στο εγχείρημα.
Η γραμμή επιχειρηματολογίας
Τη βάση απαγόρευσης ενός κόμματος δίνει το Σύνταγμα στο άρθρο 21: Αντισυνταγματικά, αναφέρεται ρητά, κρίνονται «κόμματα τα οποία αποσκοπούν, κατά τους στόχους τους ή κατά την συμπεριφορά των μελών τους, στον περιορισμό ή στην ανατροπή της ελευθεριακής δημοκρατικής συνταγματικής τάξης ή στο να θέσουν σε κίνδυνο την ύπαρξη της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας».
Στην προσφυγή τους, έκτασης 270 σελίδων, τα κρατίδια υποστηρίζουν ότι αποδεικνύουν ακριβώς αυτό, ότι δηλαδή το κόμμα στρέφεται εναντίον της δημοκρατικής τάξης λόγω (με το κήρυγμά του), έργω (με τις δραστηριότητες των στελεχών του) και διανοία (με την ιδεολογία που εκπροσωπεί).
Στο ζήτημα της ιδεολογίας, οι ενάγοντες έχουν συλλέξει προπαγανδιστικές αναφορές του NPD οι οποίες μεμονωμένα φαίνονται μεν «απλώς» εθνικιστικές ή αντιμεταναστευτικές αλλά, όπως υποστηρίζει η προσφυγή, στο σύνολό τους δείχνουν την ταυτότητα της ιδεολογίας του κόμματος -και συγκεκριμένα το νεοναζιστικό της χαρακτήρα, δηλαδή ότι συνεχίζει την ιδεολογία του χιτλερικού NSDAP.
Ως παράδειγμα αναφέρεται στην προσφυγή απόσπασμα από «βοήθημα επιχειρηματολογίας» του κόμματος σε υποψηφίους. «Ένας Αφρικανός, ένας Ασιάτης ή ένας ανατολίτης δεν μπορεί να γίνει ποτέ Γερμανός επειδή η χορήγηση ενός κρατικού πιστοποιητικού δεν αλλάζει τη βιολογική του κληρονομιά». «Μέλη άλλων φυλών μένουν ως εκ τούτου πάντα σωματικά, πνευματικά και ψυχικά ξένο σώμα, ασχέτως του πόσο καιρό βρίσκονται στη Γερμανία».
Αυτή η αναφορά, υποστηρίζουν οι ενάγοντες, από μόνη της δείχνει «μόνο» τον ρατσιστικό χαρακτήρα της ιδεολογίας του NPD. Όμως η προσφυγή αντιπαραβάλλει σε αυτό το σημείο το ανάλογο εδάφιο από τις αρχές του χιτλερικού NSDAP το 1920, βάσει του οποίου θέλει να δείξει την συνέχεια.
Η ιδεολογική συγγένεια με το NSDAP είναι ο ένας πυλώνας στον οποίο βασίζεται η προσφυγή. Ο δεύτερος είναι ότι και στην πράξη το NPD προχωρά σε πράξεις που αποσκοπούν στο να θέσουν σε κίνδυνο τη Δημοκρατία.
Η προσφυγή αναφέρεται ιδιαίτερα σε περιστατικά που έχουν σημειωθεί σε μέρη που το NPD έχει ισχυρότερη παρουσία (κυρίως στο Μεκλεμβούργο-Δ.Πομερανία και στην Σαξονία). Τα μέλη του κόμματος, υποστηρίζεται, έχουν καλλιεργήσει κυρίως σε τοπικές κοινότητες «κλίμα φόβου» που περιορίζει την ανοικτή έκφραση θέσεων εναντίον τους.
«Μπορούν να αποδειχθούν εμφανείς περιορισμοί στη δημοκρατική τάξη» αναφέρουν, ενώ επισημαίνεται και η σχέση τοπικών στελεχών του NPD με την ακροδεξιά συμμορία του «Εθνικοσιαλιστικού Άντεργκραουντ», η υπόθεση των δολοφονιών της οποίας βρίσκεται σε δικαστήριο του Μονάχου.
Τα προβλήματα της προσφυγής και οι παγίδες
Η προσφυγή, υποστηρίζουν οι ενάγοντες, είναι «καθαρή» από πληροφορίες στις οποίες έχει μπει το χέρι κρατικών αξιωματούχων -κάτι που, ελπίζουν, εγγυάται ότι η νέα απόπειρα απαγόρευσης του NPD δεν θα έχει την τύχη του 2003.
Για να κριθεί όμως ένα κόμμα αντισυνταγματικό, όπως τονίζουν συνταγματολόγοι στα γερμανικά ΜΜΕ, δεν φτάνει ουσιαστικά η ιδεολογία του να είναι εχθρική στη συνταγματική τάξη. Πρέπει, τονίζουν, και η πρακτική του να απειλεί τη δημοκρατία.
Αυτό προσπαθεί να καλύψει η προσφυγή με την αναφορά σε περιστατικά που «περιορίζουν τη δημοκρατική» έκφραση -το κατά πόσον το πετυχαίνει μένει να φανεί. Η σημασία αυτού του σημείου είναι διπλή: Χρειάζεται όχι μόνο για επιτυχή έκβαση στην Καρλσρούη, αλλά και σε περίπτωση που η προσφυγή καταλήξει στα ευρωπαϊκά όργανα. Εκεί, η απειλή που πρακτικά έχει ένα κόμμα στη συνταγματική τάξη βαρύνει περισσότερο.
Για ένα τέτοιο ενδεχόμενο όμως έχει σημασία και η ιδεολογική συγγένεια του NPD με το χιτλερικό NSDAP: Το ευρωπαϊκό πλαίσιο αφήνει κάποιο περιθώριο σε ιστορικούς λόγους στην εκάστοτε χώρα για απαγόρευση κομμάτων.
Η τύχη που θα έχει η προσφυγή είναι αβέβαιη ακόμη και για τους συνταγματολόγους. Ο πρώην πρόεδρος του Συνταγματικού Δικαστηρίου Χανς-Γιούργκεν Παπίερ τονίζει ότι «δεν αρκεί η εκπροσώπηση και διάδοση αντισυνταγματικών ιδεών» για να απαγορευτεί ένα κόμμα, αλλά χρειάζεται και «επιθετική-μαχητική, ενεργητική στάση αντίθετη στις βασικές αξίες του Συντάγματος».
Ανάλογη ήταν η επισήμανση και του Γιοργκ Ούβε Χαν, υπουργού Δικαιοσύνης της Έσσης (και νομικού). «Υπάρχουν σημαντικές νομικές επιφυλάξεις» στην προσφυγή, ανέφερε, λέγοντας πως είναι μόνο πολιτική κίνηση που κινδυνεύει να γυρίσει «μπούμερανγκ» εάν αποτύχει. Ο ίδιος σημειώνει ότι πρέπει να αποδειχθεί ότι το NPD εγείρει πραγματικό κίνδυνο κατάλυσης του πολιτεύματος (κάτι που θεωρείται δύσκολο να αποδειχθεί για ένα κόμμα ποσοστών κοντά στο 1%).
Πιο αισιόδοξος εμφανίστηκε ωστόσο άλλο πρώην μέλος του Δικαστηρίου, ο Χαν Γιόαχιμ Γεντς, που σημείωσε ότι, με την υποβολή της προσφυγής, «φτάνω στο συμπέρασμα ότι το υλικό είναι αυτή τη φορά "καθαρό" και θα αρκεί για να καταδειχθεί η αντισυνταγματικότητα του κόμματος».
Το Δικαστήριο της Καρλσρούης θα κρίνει πρώτα εάν θα εξετάσει την προσφυγή -η απόφαση αυτή αναμένεται στις αρχές του επόμενου χρόνου- και, σε τέτοια την περίπτωση, η διαδικασία αναμένεται να τραβήξει σε μάκρος.
Ο πρώτος κίνδυνος, σύμφωνα με τους επικριτές της προσφυγής, είναι η δίκη να καταλήξει σε «διαφήμιση» για ένα κόμμα που βρίσκεται σε χαμηλά ποσοστά. Ο διωγμός του μπορεί να καταλήξει να το ενισχύσει έστω και οριακά (όπως είχε γίνει, πρόσκαιρα, το 2003) και ενδεχόμενη απόρριψη της προσφυγής λόγω των αδυναμιών της θα καταλήξει, εκ των πραγμάτων, οριστική ήττα -αφού δύσκολα θα προσπαθούσε κανείς μετά για τρίτη φορά να επιδιώξει απαγόρευσή του.
Βασίλης Ψυχογιός
Η Γερμανία έχει ένα από τα σκληρότερα νομοθετικά πλαίσια που ποινικοποιεί τη χρήση ναζιστικών συμβόλων και, για ευνόητους λόγους, η εξύμνηση των ναζί αντιμετωπίζει με τεράστια αυστηρότητα στο δημόσιο λόγο και, όπου υπάρχει το νομοθετικό πλαίσιο, επιδιώκεται και η εφαρμογή του.
Το NPD όμως δεν χρησιμοποιεί καταφανώς ναζιστικά σύμβολα ούτε και -ανοικτά- υπερασπίζεται τον Χίτλερ. Για τους επικριτές του, τα σύμβολα που χρησιμοποιεί σκόπιμα «παραπέμπουν» στο Τρίτο Ράιχ και η φρασεολογία των συνθημάτων του θεωρείται συγκεκαλυμμένη αναφορά στη ναζιστική προπαγάνδα.
Όσον αφορά το κεντρικότερο, τις ίδιες οι ιδέες που πρεσβεύει, ο όρος «εθνικιστική ακροδεξιά» είναι το πιο ουδέτερο που μπορεί να ειπωθεί (ο χαρακτηρισμός θεωρείται τόσο ήπιος για το NPD που η χρήση του δεν προκαλεί καν αντιδράσεις από τα στελέχη του).
Το γερμανικό κράτος, με επικεφαλής την γερμανική κυβέρνηση, είχε προσφύγει παλιότερα ξανά στο Συνταγματικό Δικαστήριο της Καρλσρούης αλλά η απόφαση του 2003 είχε καταλήξει σε αποτυχία. Το Δικαστήριο έκρινε ότι τα στοιχεία που παρουσιάστηκαν υπέρ της απαγόρευσής του προέρχονταν σε μεγάλο βαθμό από κρατικούς αξιωματούχους που είχαν «παρεισφρύσει» στο κόμμα και έτσι είχε φαλκιδευτεί η αξιοπιστία τους.
Αυτήν την φορά, οι ενάγοντες -οι κρατιδιακές κυβερνήσεις, μέσω της Άνω Βουλής (Μπούντεσρατ) όπου αντιπροσωπεύονται- ελπίζουν ότι τα λάθη αυτά έχουν διορθωθεί και η προσφυγή θα καταλήξει επιτυχώς. Η γερμανική κυβέρνηση έχει αποφύγει να πάρει μέρος στην προσφυγή, φοβούμενη νέο ναυάγιο, αλλά έχει εκφράσει ανοικτά την υποστήριξή της στο εγχείρημα.
Η γραμμή επιχειρηματολογίας
Τη βάση απαγόρευσης ενός κόμματος δίνει το Σύνταγμα στο άρθρο 21: Αντισυνταγματικά, αναφέρεται ρητά, κρίνονται «κόμματα τα οποία αποσκοπούν, κατά τους στόχους τους ή κατά την συμπεριφορά των μελών τους, στον περιορισμό ή στην ανατροπή της ελευθεριακής δημοκρατικής συνταγματικής τάξης ή στο να θέσουν σε κίνδυνο την ύπαρξη της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας».
Στην προσφυγή τους, έκτασης 270 σελίδων, τα κρατίδια υποστηρίζουν ότι αποδεικνύουν ακριβώς αυτό, ότι δηλαδή το κόμμα στρέφεται εναντίον της δημοκρατικής τάξης λόγω (με το κήρυγμά του), έργω (με τις δραστηριότητες των στελεχών του) και διανοία (με την ιδεολογία που εκπροσωπεί).
Στο ζήτημα της ιδεολογίας, οι ενάγοντες έχουν συλλέξει προπαγανδιστικές αναφορές του NPD οι οποίες μεμονωμένα φαίνονται μεν «απλώς» εθνικιστικές ή αντιμεταναστευτικές αλλά, όπως υποστηρίζει η προσφυγή, στο σύνολό τους δείχνουν την ταυτότητα της ιδεολογίας του κόμματος -και συγκεκριμένα το νεοναζιστικό της χαρακτήρα, δηλαδή ότι συνεχίζει την ιδεολογία του χιτλερικού NSDAP.
Ως παράδειγμα αναφέρεται στην προσφυγή απόσπασμα από «βοήθημα επιχειρηματολογίας» του κόμματος σε υποψηφίους. «Ένας Αφρικανός, ένας Ασιάτης ή ένας ανατολίτης δεν μπορεί να γίνει ποτέ Γερμανός επειδή η χορήγηση ενός κρατικού πιστοποιητικού δεν αλλάζει τη βιολογική του κληρονομιά». «Μέλη άλλων φυλών μένουν ως εκ τούτου πάντα σωματικά, πνευματικά και ψυχικά ξένο σώμα, ασχέτως του πόσο καιρό βρίσκονται στη Γερμανία».
Αυτή η αναφορά, υποστηρίζουν οι ενάγοντες, από μόνη της δείχνει «μόνο» τον ρατσιστικό χαρακτήρα της ιδεολογίας του NPD. Όμως η προσφυγή αντιπαραβάλλει σε αυτό το σημείο το ανάλογο εδάφιο από τις αρχές του χιτλερικού NSDAP το 1920, βάσει του οποίου θέλει να δείξει την συνέχεια.
Η ιδεολογική συγγένεια με το NSDAP είναι ο ένας πυλώνας στον οποίο βασίζεται η προσφυγή. Ο δεύτερος είναι ότι και στην πράξη το NPD προχωρά σε πράξεις που αποσκοπούν στο να θέσουν σε κίνδυνο τη Δημοκρατία.
Η προσφυγή αναφέρεται ιδιαίτερα σε περιστατικά που έχουν σημειωθεί σε μέρη που το NPD έχει ισχυρότερη παρουσία (κυρίως στο Μεκλεμβούργο-Δ.Πομερανία και στην Σαξονία). Τα μέλη του κόμματος, υποστηρίζεται, έχουν καλλιεργήσει κυρίως σε τοπικές κοινότητες «κλίμα φόβου» που περιορίζει την ανοικτή έκφραση θέσεων εναντίον τους.
«Μπορούν να αποδειχθούν εμφανείς περιορισμοί στη δημοκρατική τάξη» αναφέρουν, ενώ επισημαίνεται και η σχέση τοπικών στελεχών του NPD με την ακροδεξιά συμμορία του «Εθνικοσιαλιστικού Άντεργκραουντ», η υπόθεση των δολοφονιών της οποίας βρίσκεται σε δικαστήριο του Μονάχου.
Τα προβλήματα της προσφυγής και οι παγίδες
Η προσφυγή, υποστηρίζουν οι ενάγοντες, είναι «καθαρή» από πληροφορίες στις οποίες έχει μπει το χέρι κρατικών αξιωματούχων -κάτι που, ελπίζουν, εγγυάται ότι η νέα απόπειρα απαγόρευσης του NPD δεν θα έχει την τύχη του 2003.
Για να κριθεί όμως ένα κόμμα αντισυνταγματικό, όπως τονίζουν συνταγματολόγοι στα γερμανικά ΜΜΕ, δεν φτάνει ουσιαστικά η ιδεολογία του να είναι εχθρική στη συνταγματική τάξη. Πρέπει, τονίζουν, και η πρακτική του να απειλεί τη δημοκρατία.
Αυτό προσπαθεί να καλύψει η προσφυγή με την αναφορά σε περιστατικά που «περιορίζουν τη δημοκρατική» έκφραση -το κατά πόσον το πετυχαίνει μένει να φανεί. Η σημασία αυτού του σημείου είναι διπλή: Χρειάζεται όχι μόνο για επιτυχή έκβαση στην Καρλσρούη, αλλά και σε περίπτωση που η προσφυγή καταλήξει στα ευρωπαϊκά όργανα. Εκεί, η απειλή που πρακτικά έχει ένα κόμμα στη συνταγματική τάξη βαρύνει περισσότερο.
Για ένα τέτοιο ενδεχόμενο όμως έχει σημασία και η ιδεολογική συγγένεια του NPD με το χιτλερικό NSDAP: Το ευρωπαϊκό πλαίσιο αφήνει κάποιο περιθώριο σε ιστορικούς λόγους στην εκάστοτε χώρα για απαγόρευση κομμάτων.
Η τύχη που θα έχει η προσφυγή είναι αβέβαιη ακόμη και για τους συνταγματολόγους. Ο πρώην πρόεδρος του Συνταγματικού Δικαστηρίου Χανς-Γιούργκεν Παπίερ τονίζει ότι «δεν αρκεί η εκπροσώπηση και διάδοση αντισυνταγματικών ιδεών» για να απαγορευτεί ένα κόμμα, αλλά χρειάζεται και «επιθετική-μαχητική, ενεργητική στάση αντίθετη στις βασικές αξίες του Συντάγματος».
Ανάλογη ήταν η επισήμανση και του Γιοργκ Ούβε Χαν, υπουργού Δικαιοσύνης της Έσσης (και νομικού). «Υπάρχουν σημαντικές νομικές επιφυλάξεις» στην προσφυγή, ανέφερε, λέγοντας πως είναι μόνο πολιτική κίνηση που κινδυνεύει να γυρίσει «μπούμερανγκ» εάν αποτύχει. Ο ίδιος σημειώνει ότι πρέπει να αποδειχθεί ότι το NPD εγείρει πραγματικό κίνδυνο κατάλυσης του πολιτεύματος (κάτι που θεωρείται δύσκολο να αποδειχθεί για ένα κόμμα ποσοστών κοντά στο 1%).
Πιο αισιόδοξος εμφανίστηκε ωστόσο άλλο πρώην μέλος του Δικαστηρίου, ο Χαν Γιόαχιμ Γεντς, που σημείωσε ότι, με την υποβολή της προσφυγής, «φτάνω στο συμπέρασμα ότι το υλικό είναι αυτή τη φορά "καθαρό" και θα αρκεί για να καταδειχθεί η αντισυνταγματικότητα του κόμματος».
Το Δικαστήριο της Καρλσρούης θα κρίνει πρώτα εάν θα εξετάσει την προσφυγή -η απόφαση αυτή αναμένεται στις αρχές του επόμενου χρόνου- και, σε τέτοια την περίπτωση, η διαδικασία αναμένεται να τραβήξει σε μάκρος.
Ο πρώτος κίνδυνος, σύμφωνα με τους επικριτές της προσφυγής, είναι η δίκη να καταλήξει σε «διαφήμιση» για ένα κόμμα που βρίσκεται σε χαμηλά ποσοστά. Ο διωγμός του μπορεί να καταλήξει να το ενισχύσει έστω και οριακά (όπως είχε γίνει, πρόσκαιρα, το 2003) και ενδεχόμενη απόρριψη της προσφυγής λόγω των αδυναμιών της θα καταλήξει, εκ των πραγμάτων, οριστική ήττα -αφού δύσκολα θα προσπαθούσε κανείς μετά για τρίτη φορά να επιδιώξει απαγόρευσή του.
Βασίλης Ψυχογιός