Τα επεξεργασμένα τρόφιμα έχουν μπει στη ζωή μας εδώ και αρκετές δεκαετίες και ο βασικότερος λόγος που τα επιλέγουμε είναι επειδή αντέχουν περισσότερο καιρό σε σύγκριση με τα φρέσκα. Είναι όμως απολύτως ασφαλή;
Μια νέα μελέτη που δημοσιεύεται στην επιθεώρηση Cancer Research φαίνεται να το αμφισβητεί, καθώς υποδεικνύει ότι ένα κοινό πρόσθετο που βρίσκεται σε πληθώρα προϊόντων, όπως σάλτσες για σαλάτες, αρτοποιήματα, παγωτά, πατατάκια κ.α., συνδέεται ενδεχομένως με την ανάπτυξη καρκίνου στο έντερο.
Σύμφωνα με πειράματα ερευνητών από το Πολιτειακό Πανεπιστήμιο της Τζόρτζια σε ποντίκια, μια κατηγορία πρόσθετων που ονομάζονται γαλακτωματοποιητές φαίνεται να
προωθεί την εκδήλωση καρκίνου στα πειραματόζωα.
Οι γαλακτωματοποιητές διευκολύνουν την ανάμειξη των συστατικών των τροφίμων και τους δίνουν μεγαλύτερη διάρκεια ζωής. Τα νέα ευρήματα δείχνουν ότι είναι δυνατό να μεταβάλουν τη σύνθεση των βακτηρίων του εντέρου, με τρόπο που προκαλεί φλεγμονή και τελικά καρκίνο του παχέος εντέρου.
Οι ερευνητές, με επικεφαλής την επίκουρη καθηγήτρια δρα Έμιλι Βιενουά του Ινστιτούτου Βιοϊατρικών Επιστημών του Πολιτειακού Πανεπιστημίου της Τζόρτζια, τάισαν ποντίκια με δύο κοινούς γαλακτωματοποιητές (καρβοξυμεθυλοκελλουλόζη και πολυσορβικό-80), σε δόσεις ανάλογες με τις ποσότητες που οι ουσίες αυτές περιέχονται στα επεξεργασμένα τρόφιμα. Διαπιστώθηκε ότι οι γαλακτωματοποιητές τροποποίησαν γρήγορα τη σύνθεση των εντερικών μικροοργανισμών των πειραματόζωων, έτσι ώστε να είναι πιθανότερη η ανάπτυξη φλεγμονής στο έντερο. Αυτό, με τη σειρά του, δημιούργησε ένα περιβάλλον πιο ευνοϊκό για την εκδήλωση καρκίνου στα επιθηλιακά κύτταρα του εντέρου των ζώων.
Ο καρκίνος του παχέος εντέρου είναι η τέταρτη συχνότερη αιτία θανάτου από καρκίνο παγκοσμίως, ευθυνόμενος για τουλάχιστον 700.000 θανάτους ετησίως. Έχει πλέον γίνει αντιληπτό από τους επιστήμονες ότι οι μικροβιακές κοινότητες του εντέρου παίζουν ρόλο στην εμφάνιση της νόσου, όπως και σε άλλες παθήσεις του γαστρεντερικού συστήματος.
Τα περιστατικά καρκίνου του εντέρου εμφανίζουν συνεχή αύξηση μετά τα μέσα του 20ού αιώνα. Εκτός από τις γενετικές αιτίες, οι επιστήμονες αποδίδουν το πρόβλημα σε διατροφικούς και άλλους περιβαλλοντικούς παράγοντες. Οι γαλακτωματοποιητές –μόρια που μοιάζουν με εκείνα των απορρυπαντικών– μπορεί να έχουν συμβάλει στο πρόβλημα, σύμφωνα με τους Αμερικανούς ερευνητές.