Τα αναβολικά στεροειδή είναι συνθετικά παράγωγα της τεστοστερόνης (Κήτα, Αβραμίδης, 2001). Σύμφωνα με τη χημική τους δομή τα αναβολικά στεροειδή συγγενεύοντας χημικά με τα φυσικά ανδρογόνα στεροειδή μπορούν να διαιρεθούν σε δύο μεγάλες κατηγορίες: α) Στα 17-α αλκυλιωμένα στεροειδή β) Στους 17-β εστέρες των στεροειδών (Δεληγιάννης, 1992).
Πρόσφατες έρευνες με αθλητές σωματικής διάπλασης (Body Builders) δείχνουν ότι τα στεροειδή μπορεί να αποδυναμώσουν το ανοσοποιητικό σύστημα, κάτι που με την πάροδο του χρόνου αυξάνει τον κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου. Τέσσερις πιο πρόσφατες μελέτες με καρκίνο του ήπατος και καρκίνο του προστάτη συνδέθηκαν με τη μακροχρόνια χρήση στεροειδών από αρσιβαρίστες και αθλητές σωματικής διάπλασης. Η αυξητική ορμόνη που χρησιμοποιείται μαζί με τα στεροειδή μπορεί να προκαλέσει δομικές ανωμαλίες, όπως ανάπτυξη των οστών του προσώπου.
Η μακροχρόνια κατάχρηση των αναβολικών μπορεί να επιφέρει καρδιοπάθειες, ηπατική ανεπάρκεια, διαταραχές των δευτερευόντων χαρακτηριστικών του φύλου (Κουιδή, 2003) και άλλες αρνητικές επιπτώσεις:
α) Καρδειαγγειακά Προβλήματα
β) Ηπατικές Διαταραχές
γ) Ορμονικές Διαταραχές
δ) Μυοσκελετικές Βλάβες
ε) Ψυχικές Διαταραχές
Ψυχικές Διαταραχές από τη χρήση Αναβολικών Στεροειδών:
Η μακροχρόνια χρήση των αναβολικών στεροειδών είναι δυνατό να προκαλέσει αύξηση των νευροδιαβιβαστικών ουσιών (ντοπαμίνη κατεχολαμίνη, ενδορφίνες κ.α.) στο Κεντρικό Νευρικό Σύστημα (Κ.Ν.Σ). Η αύξηση αυτή σε συνδυασμό με την υπερασβεστιαιμία αλλά και την αύξηση της κορτιζόλης που κυκλοφορεί, μπορεί να οδηγήσει σε αυξημένη σεξουαλικότητα, ευερεθιστότητα, υπερδιέγερση, αϋπνία καθώς και άλλες σοβαρές διαταραχές του συναισθήματος (Δεληγιάννης, 1992).
Αν τα επίπεδα της κορτιζόλης είναι υψηλά, είναι δυνατόν να παρατηρηθούν σοβαρότερες διαταραχές του συναισθήματος και ο αθλητής να αισθάνεται μεταβολές του θυμικού που κυμαίνονται, από απλή κατάθλιψη μέχρι μανιοκαταθλιπτική ψύχωση (Κουτσελίνης κ.α., 1986).
Τα ανδρογενή στεροειδή έχουν ως αποτέλεσμα την επιθετικότητα, καθώς μπορούν να ερεθίσουν τους αθλητές να προπονούνται πιο συχνά και με ένταση. Η χρήση δηλαδή τέτοιων ουσιών αντανακλά και στη συμπεριφορά.Όταν πάλι ένας αθλητής σταματήσει να παίρνει αναβολικά αισθάνεται κατάθλιψη, ενώ υπό την επήρεια του φαρμάκου σκέπτεται, ότι μπορεί να αντέξει μια προπόνηση πιο βαριά. Οι αθλητές δηλαδή δοκιμάζουν διαφορετικές ουσίες για να βρουν τη πιο αποτελεσματική για τον οργανισμό τους, με δραματικές όμως επιπτώσεις και στη ψυχική τους υγεία (Χάντζος, 1993).
Δεδομένων αυτών, ψυχίατροι, γιατροί και αθλητικοί επιστήμονες έχουν επανειλημμένως τονίσει τους κινδύνους των παρενεργειών που εμφανίζουν τα ανδρογόνα αναβολικά στεροειδή στη συμπεριφορά του ψυχισμού και τους πιθανούς κινδύνους που παρουσιάζονται, όταν λαμβάνονται αυτά τα φάρμακα σε μεγάλες δόσεις και για μεγάλες περιόδους (Mirkin, Hoffman, 1985).
Για τους αμετανόητους, που πιστεύουν ότι αξίζει να ρισκάρουν, η συμβουλή του γυμναστή είναι ότι θα πρέπει τουλάχιστον να κάνουν εξετάσεις αίματος σε τακτά χρονικά διαστήματα για να ελέγξουν τις πιθανές αλλαγές στη λειτουργία του ήπατος και τα επίπεδα της χοληστερόλης στο αίμα, καθώς και άλλους παράγοντες υψηλού κινδύνου για την υγεία.