Τεστοστερόνη: Ο «μαέστρος των ορμονών»
Η ορμόνη που κυριαρχεί στους άνδρες είναι η τεστοστερόνη. Παράγεται από τους όρχεις και επηρεάζει το ανδρικό σώμα και τις λειτουργίες του σε πολύ μεγάλο βαθμό. Μέχρι την
έναρξη της εφηβείας, η παραγωγή της είναι πολύ χαμηλή. Από την εφηβεία και μετά, όμως, επικρατεί σε όλες τις ηλικίες, μέχρι τα βαθιά γεράματα. Είναι υπεύθυνη για την ανάπτυξη και την αρρενοποίηση του άνδρα, τη μυϊκή του δύναμη, καθώς και για τη σεξουαλική του επιθυμία και ικανότητα. Η παραγωγή της συμβάλλει στη διαμόρφωση του ανδρικού σωματότυπου (μεγαλύτερη μυϊκή δύναμη και μάζα από τις γυναίκες, υψηλότερο ανάστημα, πιο γερός σκελετός, μειωμένο λίπος στο στήθος και τους γοφούς) και δευτερευόντων χαρακτηριστικών του ανδρικού φύλου (βαθιά φωνή, τριχοφυΐα στο πρόσωπο και το σώμα), στην ύπαρξη της λίμπιντο και στην επίτευξη στύσης. Τα φυσιολογικά επίπεδα τεστοστερόνης είναι 270-1.100 ng/dl.
Τα σκαμπανεβάσματα
Up Στους άνδρες δεν υπάρχουν παθολογικές καταστάσεις που να προκαλούν αυξημένη παραγωγή τεστοστερόνης. Συχνά, όμως, γίνεται χρήση της τεστοστερόνης και άλλων ανδρογόνων ως αναβολικών με μορφή χαπιών ή ενέσεων για αύξηση της μυϊκής μάζας, της δύναμης και της αντοχής. Σε αυτές τις περιπτώσεις, τα αυξημένα επίπεδά της, εκτός από την αύξηση της μυϊκής μάζας και δύναμης, μπορεί να ευθύνονται και για τη μετατόπιση του λίπους στην κοιλιά, την εμφάνιση ακμής στο πρόσωπο και στο πάνω μέρος της πλάτης, η οποία συνήθως συνοδεύεται από έντονη τριχοφυΐα, την τριχόπτωση στο κεφάλι και την αύξηση της κακής χοληστερίνης (LDL). Επιπλέον, επηρεάζουν τη διάθεση, προκαλώντας εκνευρισμό και επιθετικότητα.
Down Τα μειωμένα επίπεδά της στον ανδρικό οργανισμό σχετίζονται με μείωση της μυϊκής μάζας και αντοχής, αραίωση της συχνότητας ξυρίσματος και της τριχοφυΐας στο σώμα, αύξηση του λίπους και αλλαγή της κατανομής του στο σώμα (αντίστοιχη με εκείνη του γυναικείου σώματος), εμφάνιση οστεοπόρωσης και πόνου στις αρθρώσεις, εξάντληση, δυσκολία συγκέντρωσης, κακή διάθεση που κάποιες φορές φτάνει στα όρια της κατάθλιψης, διαταραχές ύπνου (αϋπνία), έλλειψη ενεργητικότητας, μειωμένη λίμπιντο και στυτική δυσλειτουργία. Η μειωμένη παραγωγή τεστοστερόνης οφείλεται συχνά σε τραυματισμούς ή χρόνιες φλεγμονές στους όρχεις (π.χ. ορχίτιδα), επιβαρυντικές θεραπείες (π.χ. ακτινοβολίες, χημειοθεραπείες), χρόνια κατανάλωση αλκοόλ ή χρήση φαρμάκων (π.χ. αντιυπερτασικά, ηρεμιστικά, κορτικοστεροειδή), χρόνια σοβαρά νοσήματα, διαταραχές της υπόφυσης (π.χ. όγκοι, φλεγμονές, υπερέκκριση προλακτίνης), καθώς και σε σοβαρού βαθμού παχυσαρκία (όταν ο Δ.Μ.Σ. ξεπερνά το 35). Η παχυσαρκία και ειδικότερα το ενδοκοιλιακό λίπος έχουν την τάση να μετατρέπουν τα ανδρογόνα σε οιστρογόνα, τα οποία με τη σειρά τους καταστέλλουν την παραγωγή της τεστοστερόνης.
Το ρεζερβουάρ δεν εξαντλείται
Σε αντίθεση με τις γυναίκες, στις οποίες τα οιστρογόνα μειώνονται δραματικά γύρω στα 50 και έρχεται ξαφνικά η εμμηνόπαυση, στους άνδρες τα ανδρογόνα μειώνονται επίσης με την πάροδο της ηλικίας, αλλά προοδευτικά και πολύ αργά, ξεκινώντας από τη δεκαετία των 30 ετών. Από την ηλικία των 50 και μετά η πτώση γίνεται με πιο γρήγορο ρυθμό, αλλά σε καμία ηλικία της ζωής τους τα επίπεδα της τεστοστερόνης δεν πέφτουν όσο χαμηλά πέφτουν τα αντίστοιχα επίπεδα των οιστρογόνων στις γυναίκες μετά την εμμηνόπαυση. Με άλλα λόγια, οι άνδρες έχουν πάντα ένα ικανοποιητικό απόθεμα τεστοστερόνης, γι’ αυτό και έχουν τη δυνατότητα να τεκνοποιούν και σε μεγαλύτερη ηλικία.
Μια ματιά στις άλλες ορμόνες
Η τεστοστερόνη στους άνδρες και τα οιστρογόνα στις γυναίκες είναι οι ορμόνες που διαφέρουν εντυπωσιακά μεταξύ των δύο φύλων. Οι υπόλοιπες ορμόνες έχουν παρόμοιες συγκεντρώσεις και λειτουργίες και στους άνδρες και στις γυναίκες.
Θυρεοειδικές ορμόνες
Στους άνδρες οι διαταραχές στον θυρεοειδή δεν είναι τόσο συχνές όσο στις γυναίκες, αλλά πρέπει πάντα να τις ελέγχουν, ιδιαίτερα αν υπάρχει οικογενειακό ιστορικών θυρεοειδοπαθειών.
Σκαμπανεβάσματα: Διαταραχές μπορεί να παρατηρηθούν από μικρές ηλικίες, ακόμη και πριν την εφηβεία. Με την πάροδο των δεκαετιών, όμως, αυξάνεται η συχνότητά τους.
Όταν δεν λειτουργεί σωστά: Όταν ο θυρεοειδής είναι… τεμπέλης, παρατηρείται υποτονία, κούραση, πτώση του μεταβολισμού και αύξηση του σωματικού βάρους, καθώς και τριχόπτωση, δυσκοιλιότητα, άσχημη διάθεση και τάση υπνηλίας. Όταν είναι υπερδραστήριος, αντίθετα, παρατηρείται υπερένταση, εκνευρισμός και ευερεθιστότητα, ταχυκαρδίες, αρρυθμίες, ιδρώτας, ευαισθησία στη ζέστη, απώλεια βάρους, υπέρταση, αϋπνίες και διάρροια.
Κορτιζόλη
Όταν ο οργανισμός βιώνει συνθήκες ψυχολογικής ή σωματικής πίεσης ή κινδύνου (π.χ. τραυματισμό, πυρετό, πόνο, άγχος), τότε αυξάνεται πιο πολύ η έκκρισή της για να αντιμετωπιστούν οι ανάγκες για την άμυνα του οργανισμού. Για τον λόγο αυτόν ονομάζεται και «ορμόνη του στρες».
Σκαμπανεβάσματα: Μεταβολές στην παραγωγή της κορτιζόλης προκαλεί η έκθεση σε έντονα ή χρόνια στρεσογόνα ερεθίσματα. Πέραν αυτού, όμως, η έκκρισή της αυξάνεται αργά με την πάροδο της ηλικίας.
Όταν δεν λειτουργεί σωστά: Τα μακροχρόνια υψηλά επίπεδα της κορτιζόλης προκαλούν υπέρταση, αυξάνουν τη χοληστερίνη και το σάκχαρο στο αίμα, ευνοούν τη λιπογένεση και κυρίως την εναπόθεση ενδοκοιλιακού λίπους, προκαλούν ταχυπαλμίες, καταστέλλουν την άμυνα του οργανισμού και δημιουργούν την αίσθηση δυσφορίας ή δυσθυμίας. Αντίθετα, η μειωμένη παραγωγή κορτιζόλης, που συχνά προκαλείται από βλάβες των επινεφριδίων, της υπόφυσης ή από επιπλοκές φαρμάκων, προκαλεί ανορεξία, απώλεια βάρους, κόπωση, υπόταση ή ακόμα και υπογλυκαιμία.
Αδρεναλίνη
Παράγεται στον εγκέφαλο και στα επινεφρίδια και βοηθά τον οργανισμό να αντιμετωπίσει το ψυχολογικό και σωματικό στρες.
Σκαμπανεβάσματα: Αυξομειώσεις παρατηρούνται σε όλη τη διάρκεια της ζωής.
Όταν δεν λειτουργεί σωστά: Σε υψηλά επίπεδα προκαλεί ταχυκαρδίες, υπέρταση και αύξηση του σακχάρου στο αίμα, ενώ σε χαμηλά επίπεδα αυξάνει το σωματικό βάρος, λόγω μείωσης του μεταβολικού ρυθμού και των καύσεων.
Αυξητική ορμόνη
Ευθύνεται για την ανάπτυξη και τη διατήρηση της μυϊκής και οστικής μάζας του σώματος, καθώς και για τη σωματική αντοχή.
Σκαμπανεβάσματα: Η παραγωγή της σωματοτροπίνης από τον οργανισμό μειώνεται συνεχώς μετά τα 25, με αποτέλεσμα στην ηλικία των 65 ετών να έχει πέσει στο 1/3 των αρχικών της επιπέδων.
Όταν δεν λειτουργεί σωστά: Η μείωση της αυξητικής ορμόνης σε συνδυασμό με την ήπια αύξηση της κορτιζόλης μειώνει τη μυϊκή και οστική μάζα, αυξάνει το λίπος του σώματος και δημιουργεί ένα αίσθημα έντονης κόπωσης. Η υπερέκκρισή της αυξάνει τη μυϊκή μάζα (γι’ αυτό και έχει χρησιμοποιηθεί και ως αναβολικό), αλλά μπορεί να προκαλέσει την εμφάνιση σακχαρώδους διαβήτη.
Θεραπεία ορμονικής υποκατάστασης
Παρότι συμβαίνει συχνά η τεστοστερόνη να είναι χαμηλή, το πρόβλημα αξιολογείται δύσκολα, διότι αφενός η πτώση της δεν είναι απότομη και αφετέρου δεν δίνει έντονη συμπτωματολογία. Όταν τα επίπεδα της τεστοστερόνης στο αίμα είναι παθολογικά χαμηλά, ακολουθείται θεραπεία υποκατάστασης, πάντα βεβαίως υπό την επίβλεψη του ενδοκρινολόγου. Η ορμόνη χορηγείται είτε με ενέσιμη μορφή είτε σε μορφή τζελ. Η ένεση είναι βραδείας απορρόφησης και γίνεται ενδομυϊκά (ανάλογα με το σκεύασμα 1 φορά τον μήνα ή 1 φορά ανά τρίμηνο), ενώ το τζελ απαιτεί καθημερινή επάλειψη σε ένα μικρό σημείο του σώματος. Εκείνοι που απαγορεύεται να κάνουν θεραπεία ορμονικής υποκατάστασης είναι οι άνδρες μεγαλύτερης ηλικίας που πάσχουν από ορμονοευαίσθητο καρκίνο του προστάτη, γιατί η τεστοστερόνη μπορεί να διεγείρει την αύξηση και επέκταση του όγκου. Προσοχή: Η μακροχρόνια εξωγενής λήψη τεστοστερόνης (π.χ. από τους bodybuilders ή τους αθλητές) μπορεί να καταστείλει μόνιμα την παραγωγή τεστοστερόνης από τον οργανισμό.
ΕΥΧΑΡΙΣΤΟΥΜΕ ΓΙΑ ΤΗ ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ ΤΟΝ δρ. ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟ ΤΣΙΓΚΟ, ενδοκρινολόγο-διαβητολόγο.
Η ορμόνη που κυριαρχεί στους άνδρες είναι η τεστοστερόνη. Παράγεται από τους όρχεις και επηρεάζει το ανδρικό σώμα και τις λειτουργίες του σε πολύ μεγάλο βαθμό. Μέχρι την
έναρξη της εφηβείας, η παραγωγή της είναι πολύ χαμηλή. Από την εφηβεία και μετά, όμως, επικρατεί σε όλες τις ηλικίες, μέχρι τα βαθιά γεράματα. Είναι υπεύθυνη για την ανάπτυξη και την αρρενοποίηση του άνδρα, τη μυϊκή του δύναμη, καθώς και για τη σεξουαλική του επιθυμία και ικανότητα. Η παραγωγή της συμβάλλει στη διαμόρφωση του ανδρικού σωματότυπου (μεγαλύτερη μυϊκή δύναμη και μάζα από τις γυναίκες, υψηλότερο ανάστημα, πιο γερός σκελετός, μειωμένο λίπος στο στήθος και τους γοφούς) και δευτερευόντων χαρακτηριστικών του ανδρικού φύλου (βαθιά φωνή, τριχοφυΐα στο πρόσωπο και το σώμα), στην ύπαρξη της λίμπιντο και στην επίτευξη στύσης. Τα φυσιολογικά επίπεδα τεστοστερόνης είναι 270-1.100 ng/dl.
Τα σκαμπανεβάσματα
Up Στους άνδρες δεν υπάρχουν παθολογικές καταστάσεις που να προκαλούν αυξημένη παραγωγή τεστοστερόνης. Συχνά, όμως, γίνεται χρήση της τεστοστερόνης και άλλων ανδρογόνων ως αναβολικών με μορφή χαπιών ή ενέσεων για αύξηση της μυϊκής μάζας, της δύναμης και της αντοχής. Σε αυτές τις περιπτώσεις, τα αυξημένα επίπεδά της, εκτός από την αύξηση της μυϊκής μάζας και δύναμης, μπορεί να ευθύνονται και για τη μετατόπιση του λίπους στην κοιλιά, την εμφάνιση ακμής στο πρόσωπο και στο πάνω μέρος της πλάτης, η οποία συνήθως συνοδεύεται από έντονη τριχοφυΐα, την τριχόπτωση στο κεφάλι και την αύξηση της κακής χοληστερίνης (LDL). Επιπλέον, επηρεάζουν τη διάθεση, προκαλώντας εκνευρισμό και επιθετικότητα.
Down Τα μειωμένα επίπεδά της στον ανδρικό οργανισμό σχετίζονται με μείωση της μυϊκής μάζας και αντοχής, αραίωση της συχνότητας ξυρίσματος και της τριχοφυΐας στο σώμα, αύξηση του λίπους και αλλαγή της κατανομής του στο σώμα (αντίστοιχη με εκείνη του γυναικείου σώματος), εμφάνιση οστεοπόρωσης και πόνου στις αρθρώσεις, εξάντληση, δυσκολία συγκέντρωσης, κακή διάθεση που κάποιες φορές φτάνει στα όρια της κατάθλιψης, διαταραχές ύπνου (αϋπνία), έλλειψη ενεργητικότητας, μειωμένη λίμπιντο και στυτική δυσλειτουργία. Η μειωμένη παραγωγή τεστοστερόνης οφείλεται συχνά σε τραυματισμούς ή χρόνιες φλεγμονές στους όρχεις (π.χ. ορχίτιδα), επιβαρυντικές θεραπείες (π.χ. ακτινοβολίες, χημειοθεραπείες), χρόνια κατανάλωση αλκοόλ ή χρήση φαρμάκων (π.χ. αντιυπερτασικά, ηρεμιστικά, κορτικοστεροειδή), χρόνια σοβαρά νοσήματα, διαταραχές της υπόφυσης (π.χ. όγκοι, φλεγμονές, υπερέκκριση προλακτίνης), καθώς και σε σοβαρού βαθμού παχυσαρκία (όταν ο Δ.Μ.Σ. ξεπερνά το 35). Η παχυσαρκία και ειδικότερα το ενδοκοιλιακό λίπος έχουν την τάση να μετατρέπουν τα ανδρογόνα σε οιστρογόνα, τα οποία με τη σειρά τους καταστέλλουν την παραγωγή της τεστοστερόνης.
Το ρεζερβουάρ δεν εξαντλείται
Σε αντίθεση με τις γυναίκες, στις οποίες τα οιστρογόνα μειώνονται δραματικά γύρω στα 50 και έρχεται ξαφνικά η εμμηνόπαυση, στους άνδρες τα ανδρογόνα μειώνονται επίσης με την πάροδο της ηλικίας, αλλά προοδευτικά και πολύ αργά, ξεκινώντας από τη δεκαετία των 30 ετών. Από την ηλικία των 50 και μετά η πτώση γίνεται με πιο γρήγορο ρυθμό, αλλά σε καμία ηλικία της ζωής τους τα επίπεδα της τεστοστερόνης δεν πέφτουν όσο χαμηλά πέφτουν τα αντίστοιχα επίπεδα των οιστρογόνων στις γυναίκες μετά την εμμηνόπαυση. Με άλλα λόγια, οι άνδρες έχουν πάντα ένα ικανοποιητικό απόθεμα τεστοστερόνης, γι’ αυτό και έχουν τη δυνατότητα να τεκνοποιούν και σε μεγαλύτερη ηλικία.
Μια ματιά στις άλλες ορμόνες
Η τεστοστερόνη στους άνδρες και τα οιστρογόνα στις γυναίκες είναι οι ορμόνες που διαφέρουν εντυπωσιακά μεταξύ των δύο φύλων. Οι υπόλοιπες ορμόνες έχουν παρόμοιες συγκεντρώσεις και λειτουργίες και στους άνδρες και στις γυναίκες.
Θυρεοειδικές ορμόνες
Στους άνδρες οι διαταραχές στον θυρεοειδή δεν είναι τόσο συχνές όσο στις γυναίκες, αλλά πρέπει πάντα να τις ελέγχουν, ιδιαίτερα αν υπάρχει οικογενειακό ιστορικών θυρεοειδοπαθειών.
Σκαμπανεβάσματα: Διαταραχές μπορεί να παρατηρηθούν από μικρές ηλικίες, ακόμη και πριν την εφηβεία. Με την πάροδο των δεκαετιών, όμως, αυξάνεται η συχνότητά τους.
Όταν δεν λειτουργεί σωστά: Όταν ο θυρεοειδής είναι… τεμπέλης, παρατηρείται υποτονία, κούραση, πτώση του μεταβολισμού και αύξηση του σωματικού βάρους, καθώς και τριχόπτωση, δυσκοιλιότητα, άσχημη διάθεση και τάση υπνηλίας. Όταν είναι υπερδραστήριος, αντίθετα, παρατηρείται υπερένταση, εκνευρισμός και ευερεθιστότητα, ταχυκαρδίες, αρρυθμίες, ιδρώτας, ευαισθησία στη ζέστη, απώλεια βάρους, υπέρταση, αϋπνίες και διάρροια.
Κορτιζόλη
Όταν ο οργανισμός βιώνει συνθήκες ψυχολογικής ή σωματικής πίεσης ή κινδύνου (π.χ. τραυματισμό, πυρετό, πόνο, άγχος), τότε αυξάνεται πιο πολύ η έκκρισή της για να αντιμετωπιστούν οι ανάγκες για την άμυνα του οργανισμού. Για τον λόγο αυτόν ονομάζεται και «ορμόνη του στρες».
Σκαμπανεβάσματα: Μεταβολές στην παραγωγή της κορτιζόλης προκαλεί η έκθεση σε έντονα ή χρόνια στρεσογόνα ερεθίσματα. Πέραν αυτού, όμως, η έκκρισή της αυξάνεται αργά με την πάροδο της ηλικίας.
Όταν δεν λειτουργεί σωστά: Τα μακροχρόνια υψηλά επίπεδα της κορτιζόλης προκαλούν υπέρταση, αυξάνουν τη χοληστερίνη και το σάκχαρο στο αίμα, ευνοούν τη λιπογένεση και κυρίως την εναπόθεση ενδοκοιλιακού λίπους, προκαλούν ταχυπαλμίες, καταστέλλουν την άμυνα του οργανισμού και δημιουργούν την αίσθηση δυσφορίας ή δυσθυμίας. Αντίθετα, η μειωμένη παραγωγή κορτιζόλης, που συχνά προκαλείται από βλάβες των επινεφριδίων, της υπόφυσης ή από επιπλοκές φαρμάκων, προκαλεί ανορεξία, απώλεια βάρους, κόπωση, υπόταση ή ακόμα και υπογλυκαιμία.
Αδρεναλίνη
Παράγεται στον εγκέφαλο και στα επινεφρίδια και βοηθά τον οργανισμό να αντιμετωπίσει το ψυχολογικό και σωματικό στρες.
Σκαμπανεβάσματα: Αυξομειώσεις παρατηρούνται σε όλη τη διάρκεια της ζωής.
Όταν δεν λειτουργεί σωστά: Σε υψηλά επίπεδα προκαλεί ταχυκαρδίες, υπέρταση και αύξηση του σακχάρου στο αίμα, ενώ σε χαμηλά επίπεδα αυξάνει το σωματικό βάρος, λόγω μείωσης του μεταβολικού ρυθμού και των καύσεων.
Αυξητική ορμόνη
Ευθύνεται για την ανάπτυξη και τη διατήρηση της μυϊκής και οστικής μάζας του σώματος, καθώς και για τη σωματική αντοχή.
Σκαμπανεβάσματα: Η παραγωγή της σωματοτροπίνης από τον οργανισμό μειώνεται συνεχώς μετά τα 25, με αποτέλεσμα στην ηλικία των 65 ετών να έχει πέσει στο 1/3 των αρχικών της επιπέδων.
Όταν δεν λειτουργεί σωστά: Η μείωση της αυξητικής ορμόνης σε συνδυασμό με την ήπια αύξηση της κορτιζόλης μειώνει τη μυϊκή και οστική μάζα, αυξάνει το λίπος του σώματος και δημιουργεί ένα αίσθημα έντονης κόπωσης. Η υπερέκκρισή της αυξάνει τη μυϊκή μάζα (γι’ αυτό και έχει χρησιμοποιηθεί και ως αναβολικό), αλλά μπορεί να προκαλέσει την εμφάνιση σακχαρώδους διαβήτη.
Θεραπεία ορμονικής υποκατάστασης
Παρότι συμβαίνει συχνά η τεστοστερόνη να είναι χαμηλή, το πρόβλημα αξιολογείται δύσκολα, διότι αφενός η πτώση της δεν είναι απότομη και αφετέρου δεν δίνει έντονη συμπτωματολογία. Όταν τα επίπεδα της τεστοστερόνης στο αίμα είναι παθολογικά χαμηλά, ακολουθείται θεραπεία υποκατάστασης, πάντα βεβαίως υπό την επίβλεψη του ενδοκρινολόγου. Η ορμόνη χορηγείται είτε με ενέσιμη μορφή είτε σε μορφή τζελ. Η ένεση είναι βραδείας απορρόφησης και γίνεται ενδομυϊκά (ανάλογα με το σκεύασμα 1 φορά τον μήνα ή 1 φορά ανά τρίμηνο), ενώ το τζελ απαιτεί καθημερινή επάλειψη σε ένα μικρό σημείο του σώματος. Εκείνοι που απαγορεύεται να κάνουν θεραπεία ορμονικής υποκατάστασης είναι οι άνδρες μεγαλύτερης ηλικίας που πάσχουν από ορμονοευαίσθητο καρκίνο του προστάτη, γιατί η τεστοστερόνη μπορεί να διεγείρει την αύξηση και επέκταση του όγκου. Προσοχή: Η μακροχρόνια εξωγενής λήψη τεστοστερόνης (π.χ. από τους bodybuilders ή τους αθλητές) μπορεί να καταστείλει μόνιμα την παραγωγή τεστοστερόνης από τον οργανισμό.
ΕΥΧΑΡΙΣΤΟΥΜΕ ΓΙΑ ΤΗ ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ ΤΟΝ δρ. ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟ ΤΣΙΓΚΟ, ενδοκρινολόγο-διαβητολόγο.